Θέμα: Σύνθετα (2, 3 και 4-τμημάτων) κατάγματα άνω πέρατος βραχιονίου. Διάγνωση, χειρουργική αντιμετώπιση και λειτουργική αποκατάσταση.
Επιβλέποντες Καθηγητές: Π. Δημακόπουλος, Η. Λαμπίρης, Μ. Τυλλιανάκης
Επταμελής επιτροπή: Π. Δημακόπουλος, Η. Λαμπίρης, Μ. Τυλλιανάκης, Φ. Καλφαρέντζος, Ν. Παλληκαράκης, Δ. Σιαμπλής, Η. Παναγιωτόπουλος.
Επιτυχής παρουσίαση με βαθμό «Άριστα» στις 22/06/05.
Ανακήρυξη σε Διδάκτορα του Πανεπιστημίου Πατρών στις 21/7/05
Περίληψη Διατριβής
Εισαγωγή: Η θεραπεία των σύνθετων καταγμάτων του άνω πέρατος του βραχιονίου είναι αμφισβητήσιμη και παραμένει ένα θέμα διαρκούς αντιπαράθεσης στη διεθνή βιβλιογραφία. Οι ιδιομορφίες των καταγμάτων αυτών, η μικρή αξιοπιστία και αναπαραγωγικότητα των υπαρχόντων συστημάτων ταξινόμησης, η έλλειψη πολυκεντρικών προοπτικών ερευνών και ο μη καθορισμός αντικειμενικών κριτηρίων αξιολόγησης του θεραπευτικού αποτελέσματος, είναι μερικές μόνο από τις αιτίες που οδηγούν σε ασυμφωνία τους ερευνητές. Η επικρατούσα τάση στη διεθνή βιβλιογραφία σήμερα, επικεντρώνεται στις ελάχιστα παρεμβατικές τεχνικές οστεοσύνθεσης, που περιλαμβάνουν περιορισμένες αποκολλήσεις γύρω από τα κατεαγότα τμήματα, προσπάθεια διατήρησης της αιμάτωσης της κεφαλής και περιορισμό των μεταλλικών υλικών που απαιτούνται για την επίτευξη σταθερής οστεοσύνθεσης. Τα βασικά πλεονεκτήματα της μεθόδου που προτείνουμε είναι η ατραυματική προσπέλαση, η αποφυγή βίαιων χειρισμών επί του κατάγματος, η μη χρησιμοποίηση μεταλλικών υλικών οστεοσύνθεσης, η αποκατάσταση της ρήξης του μυοτενόντιου πετάλου και η χιαστί συγκράτηση των αποσπασθέντων τμημάτων της κεφαλής σε ένα ενιαίο τμήμα, δίκην ταινίας ελκυσμού (tension band effect), που επιτρέπει την σταθερή οστεοσύνθεση του κατάγματος και διευκολύνει την πρώιμη κινητοποίηση του ώμου.
Υλικό-Μέθοδος: Την χρονική περίοδο 1991-2003 αντιμετωπίστηκαν χειρουργικά στην κλινική μας με τη μέθοδο της οστεοσυρραφής 214 ασθενείς. Πρόκειται για 123 γυναίκες και 91 άνδρες με πρόσφατο κάταγμα του άνω πέρατος βραχιονίου και μέσο όρο ηλικίας τα 52,7 έτη (από 18 έως 82 ετών). Συνολικά, με βάση την ταξινόμηση και τα κριτήρια του CS. Neer, αντιμετωπίστηκαν 71 κατάγματα 2-τμημάτων, 75 κατάγματα 3-τμημάτων και 64 κατάγματα 4-τμημάτων (48 ενσφηνωμένα σε βλαισότητα) καθώς και 4 περιπτώσεις με κάθετο διαχωρισμό της αρθρικής επιφανείας. Ο μέσος χρόνος παρακολούθησης ήταν 5.2 έτη και αφορούσε το 92% των ασθενών. Συνολικά 13 ασθενείς δεν προσήλθαν στον τελευταίο επανέλεγχο ενώ 4 απεβίωσαν για λόγους μη σχετιζόμενους με το κάταγμα ή την θεραπεία του, αφήνοντας 197 ασθενείς για πλήρη κλινική και ακτινολογική αξιολόγηση. Μελετήθηκαν και αξιολογήθηκαν όλα τα διεγχειρητικά ευρήματα, οι προεγχειρητικές και μετεγχειρητικές ακτινογραφίες, η επάρκεια και διατήρηση της ανάταξης, οι πρώιμες και απώτερες επιπλοκές, τα στοιχεία νοσηλείας, η επίπτωση μετεγχειρητικών φλεγμονών, η συμμόρφωση με το πρόγραμμα φυσιοθεραπείας, η ικανοποίηση του ασθενούς με τη θεραπεία και το τελικό κλινικό αποτέλεσμα, με βάσει τις παραμέτρους του Constant Score. Ακτινολογικά, η εξέλιξη της πώρωσης αξιολογήθηκε με προσθοπίσθια και διαμασχαλιαία ακτινογραφία στον 1ο, 3ο, 6ο και 12ο μήνα, καθώς και στον τελευταίο επανέλεγχο. Η παρουσία πλήρους ή τμηματικής άσηπτης νέκρωσης της κεφαλής, απορρόφησης ή παρεκτόπισης των ογκωμάτων, απώλειας της ανάταξης ή πώρωσης σε πλημμελή θέση, καθώς και οι όποιες ενδείξεις παρουσίας δευτεροπαθούς οστεοαρθρίτιδας και συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής κατεγράφησαν σε όλους τους ασθενείς που συμπεριελήφθησαν στη μελέτη. Σε 16 κατάγματα 4-τμημάτων εκπονήθηκε επιπλέον κλινική αγγειογραφική μελέτη για την διερεύνηση της διατήρησης της αιμάτωσης της βραχιονίου κεφαλής μετά την εφαρμογή της οστεοσυρραφής.
Αποτελέσματα: Όλα τα κατάγματα πωρώθηκαν σε διάστημα 10.4 εβδομάδων κατά μέσο όρο (από 6.5 έως 14.6 εβδομάδες), εκτός από τέσσερις περιπτώσεις που παρουσίασαν ψευδάρθρωση. Η μέση τιμή του Constant score κατά τον τελευταίο επανέλεγχο ήταν 80.2 (από 35 έως 100 βαθμούς) ανεξαρτήτως τύπου κατάγματος, ενώ ως ποσοστό επί της λειτουργικότητας του υγιούς ώμου κυμάνθηκε στο 87.5%. Συνολικά 61 ασθενείς (30.9%) είχαν άριστο αποτέλεσμα, 96 (48.8%) πολύ καλό, 24 μέτριο (12.2%) και 16 πτωχό (8.1%). Η συνολική επίπτωση άσηπτης νέκρωσης της βραχιονίου κεφαλής ήταν 22/197 περιπτώσεις (11.1%), με πλήρη καθίζηση της κεφαλής σε 9 ασθενείς και μερική σε 13. Η παρουσία «λύσης» του ΜΒΟ επισημάνθηκε σε 18 ασθενείς (9.1%), έκτοπης οστεοποίησης σε 21 (10.6%), συμπτωματικής οστεοαρθρίτιδας σε 9 (4.5%) και συνδρόμου υπακρωμιακής προστριβής σε 11 (5.5%). Η συνολική επίπτωση επανεγχείρησης λόγω επιπλοκών κυμάνθηκε στο 7.1%. Η ανάλυση των αποτελεσμάτων της αγγειογραφικής μελέτης κατέδειξε διατήρηση της ενδοστικής αιματικής παροχής μετά από την εφαρμογή οστεοσυρραφής στα κατάγματα 4-τμημάτων ενσφηνωμένων σε βλαισότητα.
Συμπεράσματα: Προτείνουμε την ανοικτή ανάταξη και εσωτερική οστεοσύνθεση με μη-απορροφήσιμα ράμματα σε όλα τα παρεκτοπισμένα κατάγματα του άνω πέρατος του βραχιονίου που είναι επιδεκτικά οστεοσύνθεσης (2-τμημάτων ΜΒΟ, 3-τμημάτων και 4-τμημάτων ενσφηνωμένων σε βλαισότητα). Αποφεύγοντας τις πιθανές επιπλοκές των μεταλλικών υλικών μπορούμε, με την τεχνική της οστεοσυρραφής, να επιτύχουμε ικανοποιητική ανάταξη, σταθερή οστεοσύνθεση και αποκατάσταση του μυοτενόντιου πετάλου, που επιτρέπουν την πρώιμη κινητοποίηση της άρθρωσης και την επίτευξη ενός καλού τελικού κλινικού και ακτινολογικού αποτελέσματος. Σε νεαρούς ασθενείς με παρεκτοπισμένα κατάγματα 4-τμημάτων χωρίς ενσφήνωση και σε κατάγματα-εξαρθρήματα 3- και 4- τμημάτων, μπορεί να εφαρμοστεί αρχικά η οστεοσυρραφή, με σκοπό την απώτερη βιωσιμότητα της κεφαλής, αλλά η έκβαση είναι λιγότερο προβλέψιμη και η επίπτωση των επιπλοκών σημαντική.